Κοντά στα τείχη της Ακρόπολης και στη διαστάυρωση των οδών Επταπυργίου και Ακροπόλεως βρίσκεται η Πατριαρχική και σταυροπηγιακή Μονή Βλατάδων, βυζαντινό μοναστήρι της πόλης που λειτουργεί έως σήμερα και ένα από τα τελευταία λαμπρά έργα της βυζαντινής τέχνης στη Θεσσαλονίκη. Ιδρύθηκε μεταξύ του 1351-1371 από το μοναχό Δωρόθεο Βλατή, ο οποίος το 1371 εξελέγη μητροπολίτης Θεσσαλονίκης. Ο Δωρόθεος και ο αδερφός του Μάρκος Βλατής υπήρξαν μαθητές του Γρηγορίου Παλαμά, μητροπολίτη Θεσσαλονίκης από το 1347 έως το 1359, οπαδοί του ησυχασμού και συντελεστές στην ανασυγκρότηση της πόλης μετά το κίνημα των Ζηλωτών (1342-1349].

Αρχικά η μονή ήταν αφιερωμένη στο Χριστό Παντοκράτορα, ενώ σήμερα τιμάται στη Μεταμόρφωση του Σωτήρος. Από το βυζαντινό συγκρότημα σώζεται μόνο το καθολικό. Τα υπόλοιπα κτίσματα στην αυλή tου αποτελούν προσθήκες του 20ου αιώνα (ηγουμενείο, σκευοφυλάκιο, ναΐσκος Κοιμήσεως Θεοτόκου, Πατριαρχικό Ίδρυμα Πατερικών Μελετών). Το καθολικό χτίστηκε στη θέση προγενέστερου, πιθανώς μεσοβυζαντινού ναού σε παραλλαγή του σταυροειδούς εγγεγραμμένου με τρούλο ναού περιβαλλόμενου από περίστωο που απολήγει ανατολικά σε δύο παρεκκλήσια. Ο τρούλος δεν στηρίζεται σε κίονες, αλλά στους τοίχους του ιερού και σε δυο πεσσούς στα δυτικά. Η κατασκευή αυτή υπαγορεύτηκε από το σχήμα του ναού, μιας παλαιότερης βασιλικής πάνω στην οποία χρίστηκε. Στην αρχική μορφή του ανήκουν ο κυρίως ναός με το ιερό βήμα, το νότιο παρεκκλήσι, αφιερωμένο στους κορυφαίους αποστόλους Πέτρο και Παύλο, και το μεγαλύτερο μέρος της νότιας στοάς. Το υπόλοιπο περίστωο αποτελεί προσθήκη του 1801, ενώ το νεοκλασικό πρόπυλο και η ανοιχτή νότια στοά προστέθηκαν το 1907.

Εσωτερικά ο ναός κοσμήθηκε με τοιχογραφίες που χρονολογούνται στο διάστημα 1360-1380, μετά την κοίμηση και αγιοποίηση του Γρηγορίου Παλαμά (1359). Στον τρούλο ο Παντοκράτορας, άγγελοι και προφήτες, στα τόξα του κυρίως ναού διατηρούνται αποσπασματικά σκηνές του Δωδεκαόρτου και στους τοίχους μορφές ασκητών και μοναχών αγίων. Σε καλή κατάσταση διατηρούνται η Βάπτιση και οι Τρεις Παίδες εν τη καμίνω στις δύο κόγχες του νάρθηκα. Στο νάρθηκα επίσης παριστάνονται στρατιωτικοί άγιοι και διακρίνονται υπολείμματα από τα θαύματα του Ιησού. Δύο παραστάσεις του Γρηγορίου Παλαμά, η μία στο δεξιό τοίχο της εισόδου από το νάρθηκα στον κυρίως ναό και η δεύτερη στο νότιο παρεκκλήσι μεταξύ των μεγάλων θεολόγων της Εκκλησίας, επιβεβαιώνουν τη στενή σχέση της μονής με το κίνημα του Ησυχασμού.

Μετά την άλωση της Θεσσαλονίκης (1430) το μοναστήρι επιβίωσε μέσα από ένα καθεστώς προνομίων, τόσο ως πατριαρχικό ίδρυμα όσο και λόγω του ελέγχου που είχε στην υδροδότηση της πόλης. Η τουρκική ονομασία του «Τσαούς Μοναστήρι» το συνδέει με τον Τσαούς Μπέη που έχτισε το 1431 τον ομώνυμο πύργο στο Επταπύργιο. Το σφυροκόπημα των τοιχογραφιών δείχνει ότι για κάποιο άγνωστο διάστημα περιήλθε στα χέρια των Οθωμανών. Πιθανώς αυτό να ήταν ένα σύντομο επεισόδιο, δεδομένου ότι οι μετασκευές και προσθήκες, το ξυλόγλυπτο τέμπλο του 17ου αιώνα και η μεγάλη συλλογή των εικόνων στο σκευοφυλάκιο της μονής αλλα και η μεγάλη βιβλιοθήκη χάριν στην οποία διασώθηκαν σε ηλεκτρονική μορφή πολλά κειμήλια,  μαρτυρούν την συνεχή λειτουργία της.

Μετά τους σεισμούς του 1978 ακολούθησαν εργασίες αναστήλωσης, συντήρησης και αποκατάστασης του μνημείου, ενώ παράλληλα αποκαλύφθηκαν άγνωστες τοιχογραφίες που συμπληρώνουν τη γνώση μας για τη μνημειακή ζωγραφική της τελευταίας φάσης της παλαιολόγειας περιόδου.
 

Μονή Βλατάδων
Μονή Βλατάδων
Μονή Βλατάδων
Μονή Βλατάδων
Μονή Βλατάδων